Αλάθητο

Ειρωνικός χαρακτηρισμός για τη δογματική πεποίθηση ενός ανθρώπου ή μιας κοινωνικής ομάδας ότι δεν κάνει ποτέ λάθος στις εκτιμήσεις, στις ερμηνείες ή στις απόψεις της.